Wednesday 9 January 2013

Farewell...

Ένας πολύ καλός φίλος ‘έφυγε’. Έμφραγμα είπαν. Μετά δύο εγκεφαλικά είπαν. Ετών? 37. Καταχρήσεις? 0.  Τσιγάρο? Κάμποσο. Άγχος? Απεριόριστο. Στην Ελλάδα του σήμερα, για αυτούς που δεν αυτοκτονούν, υπάρχει και άλλος δρόμος. Αυτός της προδωμένης καρδιάς. Δεν σου αρέσει? Δεν πειράζει. Έχω πολλή πραγμάτεια για εσένα να διαλέξεις. Έχω καρκίνο στο στομάχι σε τιμή ευκαιρίας. Έχω δύο καταθλίψεις στην τιμή της μίας. Με μια κρίση πανικού, σου δίνω άλλη μια μισοτιμής. Ωω, περίεργος είσαι αδερφάκι μου.  Δεν πειράζει. Αργά ή γρήγορα θα διαλέξεις κάτι απο την πραγμάτεια μου. Όλοι μου οι πελάτες ‘έφυγαν’ πολύ ικανοποιημένοι με το εμπόρευμά μου.
Πολύ άγχος ο φίλος μου. Προσπαθούσε. Ώριμος σπουδαστής, μπας και βρει καμιά δουλειά. Τον κοροιδεύαμε εμείς. Άρχισαν οι κρίσεις πανικού. Μετά οι αγοραφοβίες. Και μετά το άγχος. Πολύ άγχος. Και έτσι είναι όλοι μου οι φίλοι. Αγχωμένοι. Και η οικογένειά μου. Όλοι αγχωμένοι. Και οι φίλοι των φίλων μου και οι οικογένειες των φίλων μου. Και οι φίλοι της οικογένειάς μου. Όλοι αγχωμένοι. Θα ακολουθήσουν και άλλοι τον φίλο μου. Ε?
 Με νευριάζουν οι ζώντες όταν ακούνε ότι κάποιος πέθανε που αρχίζουν τα ‘να προσέχετε, να μην αγχώνεστε’ και τα ‘μην καπνίζετε, μη  τρώτε ότι να’ναι’. Και ο φίλος μου? Θα γυρίσει πίσω? Ε? Η οικογένειά του έδωσε τα όργανα. Όχι την καρδιά, αυτή ήταν χαλασμένη. Θα την πάρει μαζί του.
Αύριο το πρωί, για τελευταία φορά θα ‘ανέβει’ τον γεμάτο στροφές δρόμο απο τα Γρεβενά στη Ροδιά. Δε θα ξαναπιούμε τσίπουρα. Δε θα ξανανακατωθούμε στα Ανακατωσάρια. Και ακόμα βουίζει η φωνή του μέσα στο κεφάλι μου : Αφροδιτούλα, μην αγχώνεσαι Αφροδιτούλα. Να με καλμάρει όταν μετακόμιζα για πολλοστή φορά και για πολλοστή φορά είχε έρθει να βοηθήσει. Αλλά δεν άκουγε αυτά που ο ίδιος έλεγε. Δυστυχώς. Δεν είμαι μόνο στενοχωρημένη. Είμαι θυμωμένη. Εξοργισμένη. Με την Ελλάδα που σκοτώνει τα παιδιά της. Και ανησυχώ για τον αν θα έχουν ένα νόμισμα έστω να πληρώσουν το βαρκάρη. Μη μείνουν οι βασανισμένες ψυχές για πάντα βασανισμένες και περιπλανώμενες.

Εις το επανιδείν φίλε μου. Και όταν περάσω και εγώ στην αντίπερα  όχθη θα ψάξω να σε βρω. Να πιούμε κανένα τσιπουράκι και να κοροιδέψουμε τους ζωντανούς που δεν ξέρουν πως να ζήσουν τις ζωές τους.

Α.Κ.
Bliss you all

Monday 17 October 2011

Uk Diaries


Ένας μήνας και κάτι ψιλά (που θα σου χρειαστούν να συμπληρώσεις για να πάρεις ψωμί)

Σε σκέφτομαι πολύ. Μιλάω με φίλους, διαβάζω εφημερίδες, ακούω ραδιόφωνο και συμπεραίνω πως πρέπει να περνάς δύσκολα. Όλο νέοι άνεργοι προστίθενται, νέες έκτακτες εισφορές εφευρίσκονται και επιβάλονται, νέες περικοπές εφαρμόζονται.
Εδώ όλα είναι αλλιώς. Ό, τι ήξερες μέχρι τώρα, όποια και αν ήταν η κοσμοθεωρία σου, ξέχασέ την. Μέσα στην πρώτη εβδομάδα βρήκαμε και οι δύο δουλειές (ας όψεται βέβαια η πολύτιμη βοήθεια των φίλων μας), επιπλώσαμε το σπίτι πάμφθηνα απο διάφορες ιντερνετικές αγορές (αρκεί φυσικά να μην είσαι ψηλομύτης και τα θες όλα καινούργια) και μάθαμε να βιώνουμε το super market σαν μια νέα, σχεδόν λουναπαρκική εμπειρία ( όλα είναι πιο φθηνά απ’ότι στην Ελλάδα, εξαίρεση αποτελούν ίσως τα οπορωκηπευτικά, αν και γι’ αυτά υπάρχει η κατάλληλη φθηνήτερη αγορά). Απο την άλλη είναι άπειρα αυτά που δεν μπορώ ακόμα να συνηθίσω (και μπορεί να και να μην συνηθίσω τελικά ποτέ).
Η χρήση και κατανόηση της αγγλικής. Αυτά τα αγγλικά που βλέπεις στις αμερικάνικες ταινίες και το παίζεις μαγκιά πως τα καταλαβαίνεις, εδώ στο νησί τα ξεχνάς. Η προφορά τους είναι απίστευτη και τελείως διαφορετική ανάλογα απο ποιο μέρος της Αγγλίας είναι. Ακόμα και τώρα όταν περπατάω, πολλές φορές κοιτάω απο τη λάθος πλευρά του δρόμου και ενώ νομίζω πως ο δρόμος είναι άδειος και έτοιμος προς διάσχιση, γυρνάω απο την άλλη και βλέπω ουκ ολίγα αμαξάκια να κοιτάνε την ηλίθια που προσπαθεί να περάσει το δρόμο. Όσο περίεργο και αν σου φανεί βέβαια δεν έχω κανένα πρόβλημα με την οδήγηση (μπορεί βέβαια να έχουν οι άλλοι γύρω μου και να μην το ξέρω).  Δεν μπορώ να συνηθίσω με τίποτα την τιμή της βενζίνης (1,48€/λίτρο), τις τιμές στα super market (τόσα χρόνια γιατί πλήρωνα περιουσίες σε καθαριστικά, τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης , ακόμα με κάνει να αναρωτιέμαι), τα άπειρα άτομα φορτωμένα με σακούλες στα εμπορικά (δεν βγαίνουν μόνο για να ¨χαζέψουν¨ και να ¨βγάλουν το λάδι¨ των πωλητών).
Την ομορφιά του μέρους που δουλεύω (σαν μεσαιωνικό παραμυθοχωριό κάπως σκέψου). Την αδιανόητη φύση εντός και εκτός των πόλεων. Το ό, τι όποιο πάρκο και να διασχίσεις, σίγουρα θα τρακάρεις κάποιον σκίουρο. Το εκκωφαντικό θρόισμα των φύλλων όταν έχει αέρα (τις προάλλες το ξημέρωμα, πηγαίνοντας στη δουλειά κοιτούσα λαχταριστικά πίσω μου, διερωτώμενη τι θόρυβος άραγε να είναι αυτός). Το ό, τι ο άγνωστος κόσμος στο δρόμο με το που θα διασταυρώσουμε ματιές θα μου πει καλημέρα, θυμίζοντάς μου μια Ελλάδα που έχει πεθάνει ανεπιστρεπτί. Το γεγονός πως τα πάντα μα τα πάντα λειτουργούν με πάγιες τραπεζικές εντολές, και το μόνο που πρέπει να σε νοιάζει είναι να έχεις λεφτά στον τραπεζικό σου λογαριασμό (που πίστεψέ με θα έχεις).
Τη διάχυτη ευγένεια, που για να ολοκληρώσεις και την πιο απλή συναλλαγή (να αγοράσεις τσίχλες για παράδειγμα) θα ακούσεις και θα πεις ένα κάρο ευχαριστώ και παρακαλώ. Το ό, τι η Αγγλία είναι ιδεολογικά self-service ( θα δεις τη θείτσα με την πουά μακριά φούστα να κατεβαίνει απο το αμάξι της και να βάζει μόνο της βενζίνη και μετά να πηγαίνει μέσα να πληρώνει, δηλαδή δεν έχει καραγκιόζηδες να κουνάνε τα λεφτά απο το μισοκατεβάσμενο παράθυρο, χωρίς  να ανοίξουν καν την πόρτα του αυτοκινήτου τους). Το ό, τι σε καμιά περίπτωση δεν θα αισθανθείς μετανάστης άρα και πολίτης δεύτερης κατηγορίας (πως έχεις εσύ τους αλβανούς στη συνείδησή σου; Καμία σχέση).
Την αθρόα παρουσία ατόμων με ειδικές ανάγκες στους δρόμους, στα μαγαζιά, παντού. Τους άπειρους μπαμπάδες με τα καρότσια και τα ψώνια κρεμασμένα. Τις απίθανες super γιαγιάδες που εθελοντικά εργάζονται σε φιλανθρωπικά ιδρύματα και με απίστευτη ευγένεια μεταπουλάνε μεταχειρισμένα αντικείμενα, που κάποιοι άλλοι έχουν προηγουμένως χαρίσει σε πραγματικά εξευτελιστικές τιμές, κάνοντας σε να αισθάνεσαι σα να επιδίδεσαι σε κάποια ληστρική επιδρομή (για 10 βιβλία πλήρωσα 6 λίρες στολίζοντάς με κιόλας για το πόσο γενναιόδωρη είμαι!!!). Το ό, τι όλα μα όλα μπορείς να τα κάνεις μέσω διαδικτύου ή τηλεφώνου (τέλος στις αναμονές σε ουρές).
Το ό, τι απίστευτος αριθμός ατόμων κυκλοφορεί με ποδήλατα. Και όταν λέω κυκλοφορεί, εννοώ πάει στη δουλειά, φορτώνει παιδιά και σκυλιά σε κάτι τρίκυκλα σκεπαστά trailer και βγαίνουν για βόλτα ή για δουλειές ( αν και όταν είναι μπροστά μου με το ποδήλατο και εγώ πίσω με το αμάξι και αναγκάζομαι να πάω με 10m/hr, το μεσογειακό μου ταμπεραμέντο εκρήγνυται). Το ό,τι κυριολεκτικά πέταξα τόσα χρόνια απο τη ζωή μου στην Ελλαδίτσα. Για δυο (τρία, τέσσερα...) καλοκαιρικά ούζα σε μια ομολογουμένως πανέμορφη παραλία. Αλλά δεν παύουν στην τελική να είναι μερικά ούζα που θα μπορούσα να τα έχω ούτως ή άλλως τα καλοκαίρια ερχόμενη για διακοπές.
Και εσύ τί κάνεις; Βάζεις μπροστά ένα κάρο δικαιολογίες (τα παιδιά σου, τους γονείς σου, το σκυλί σου) γιατί φοβάσαι. Φοβάσαι να αφήσεις τη βολή σου, το αραλίκι σου και εκείνα τα ούζα που λέγαμε.  Και αν σύντομα τα ούζα γίνουν πάρτ(υ με)ούζα και μάλιστα χωρίς σάλιο, εσύ θα συνεχίσεις να εμμένεις;
Bliss you all
Α.Κ.

Thursday 29 September 2011

Σα βγεις στον πηγαιμό


Έχω πολλά να σου γράψω.
Για το ταξίδι.
Για το πως κίνησα για Ηγουμενίτσα μέσα στο ξημέρωμα κουτουλώντας απο τη νύστα με ένα αμάξι αλλού να πατάει και αλλού να βρίσκεται απο το βάρος, το ατελείωτο ταξίδι με το πλοίο μέχρι τη Βενετία, τα υπέροχα κανάλια της, την παραμυθική Φλωρεντία με την περιρρέουσα κουλτούρα της, την κεκλιμένη Πίζα, τη φασαριόζα Νίκαια. Έχω ακόμα πιο πολλά να σου γράψω για ολόκληρη την ιταλογαλλική ριβιέρα, τις μαγευτικές Antibes, τις απίθανα κοσμοπολίτικες Κάννες με την αίγλη της la Croisette να σου θολώνει το μάτι, το υπερτιμημένο Saint Tropez, τα άπειρα υποτιμημένα χωριουδάκια, την υπέροχη φθινοπωρινή Αγγλία.
Για τις περιπέτειες.
Για όλες τις στροφές που πήρα λάθος και έχασα το δρόμο μου αλλά που βρήκα ευγενέστατους ανθρώπους να μου δείξουν άλλους δρόμους, καινούργιους. Για τότε που το αμάξι με άφησε απο μπαταρία και έπρεπε μεσούσης της Γαλλίας να βρω κάποιον που φυσικά και δεν ξέρει αγγλικά αλλά έχει καλώδια μπαταρίας, κάποιον άλλο που φυσικά και δεν ξέρει αγγλικά αλλά έχει αμάξι με μπαταρία που λειτουργεί για να βάλουμε εμπρός το δικό μου και εν τέλει κάποιον άλλο που φυσικά και δεν ξέρει αγγλικά αλλά έχει μπαταρία να μου πουλήσει και φυσικά να την τοποθετήσει.
Για τότε που οδήγησα συνεχόμενα 1250 χιλιόμετρα σε μια μέρα και η νύχτα με βρήκε στη μέση του πουθενά με την πιο θεαματική νεροποντή που έχω βιώσει στη ζωή μου, να μη βλέπω το δρόμο μηδέ και τις άσπρες γραμμές και όταν τελικά να καταφέρνω να βγω σε ένα πάρκινγκ να επιδίδομαι σε ένα κλάμα γοερό. Για τους φορτηγατζήδες-σωτήρες Γιάννη και Μανώλη που τελικά ο ένας μπροστά και ο άλλος πίσω μου με τα φορτηγά τους με πήγαν έως το Calais αφού φοβόμουν να οδηγήσω άλλο μέσα στη νύχτα και με μια επικείμενη νέα νεροποντή να προμηνύεται απο τον μαύρο ουρανό. Για τις πολύτιμες συμβουλές τους σχετικά με την ανάποδη οδήγηση στην Αγγλία. Για την τελικά όντως ανάποδη οδήγηση στην Αγγλία που έκανε αρχικά τα γόνατά μου να χτυπούν μεταξύ τους.
Έχω πολλά να σου γράψω για όλα όσα είμαι περήφανη που κατάφερα έως εδώ. Περήφανη για το άλλο μου Εγώ. Αλλά και για όλα αυτά που έκανα αφότου έφτασα εδώ. Αλλά αυτά είναι μια άλλη ιστορία.
Δεν θα σου γράψω τίποτα απ’ όλα αυτά όμως. Εξάλλου τα έγραψε όλα ο ποιητής πριν απο εμένα. Και καλύτερα κιόλας.
Μόνο που στο τέρμα του μακρύ μου δρόμου, βρήκα μια φράση που είχα απο καιρό ξεχάσει. Που μπορεί και εσύ να έχεις ξεχάσει.
Stay hungry. Stay foolish.
(Μείνε πεινασμένος. Κάνε την τρέλα σου.)
Bliss you all
A.K.



                         

Saturday 3 September 2011

Περί φιλίας λόγος ή αλλιώς, πέτα με απ’ το γκρεμό να σε πετώ και εγώ


Πολλά έχουν ειπωθεί και γραφτεί για τη φιλία. Χρησιμοποιούμε τη λέξη ¨φίλος¨ τόσο καταχρηστικά λες και είναι αυτονόητο πως στο διάβα της ζωής μας θα αποκτήσουμε αρκετούς. Πόσες φορές όμως την έχουμε πραγματικά ζήσει; Μπορεί να αναρωτήθηκες ως τώρα γιατί θα μετακομίσω στο Uk  συγκεκριμένα (και όχι στη Γουαδελούπη για παράδειγμα) και γιατί γράφω σε αυτό το blog πέρα απο το προφανές ( θα είμαι soon a greek abroad ντε, όλα πρέπει να στα εξηγώ;) μπορεί και όχι όμως (πάνε χρόνια που σταμάτησες να αναρωτιέσαι,ε;). Και πώς προσδιορίζεται ακριβώς ο φίλος;
Μήπως να είναι οι πολυάριθμοι φανταστικοί σου φίλοι στο facebook (με τους οποίους ανταλλάσετε παντός είδους ζαρζαβάτια για να κανετε expand τις φάρμες σας;). Μη να είναι το παρεάκι που κλείνατε (πρόσεξες τον παρατατικό που χρησιμοποίησα,ε;) τραπέζι στα μπουζουκομάγαζα (έλα, παραδέξου το, τους ήθελες μόνο και μόνο για πληρώσουν και αυτοί το μερτικό τους απο το μπουκάλι). Λες να είναι η ¨ καλή ¨σου φίλη που τα λέτε στο τηλέφωνο και που ποτέ η μία δεν ακούει την άλλη, αφού επί της ουσίας δε θέλεις να ακούσεις (δεν σου έφταναν τα δικά σου προβλήματα, θα φορτωθείς και της άλλης τώρα;) αλλά να πεις, να πεις, να πεις δίχως τελειωμό;
Επανερχόμενη λοιπόν, θα σου πω πως γράφω εδώ (περιοδικά και περιοδικά ερίζουν για τα κείμενα μου αλλά εγώ εδώ πιστή, χαχα γέλα λίγο καλέ) γιατί η Σταυρούλα είναι φίλη μου, έτσι όπως εγώ (και η υψηλή μου ευφυία) αντιλαμβάνομαι τη φιλία. Αγαπημένη ιστορική αναδρομή λοιπόν (αν το κείμενο ήταν ταινία, τώρα θα άρχιζαν τα ασπρόμαυρα πλάνα).
Σεπτέμβρης 1997 και επιστρέφω στο παλιό μου σχολείο (έκανα μια χρονιά στα καταπληκτικής υποδομής (χαχα) σχολεία της Γκράβας) για την 3η λυκείου και (δόξα σοι ο Θεός) τελευταία χρονιά στα μαθητικά θρανία. Ακροαριστερή εμφάνιση (αμπέχονο στρατιωτικό, αρβύλα ή κατάμαυρα all star, μαύρη φόρμα ή μαύρο τζιν), στριφτά τσιγάρα, τρυπημένα αυτιά και ρουθούνι, συνοδευόμενη απο αναλόγου ύφους boyfriend. Φουλ της μαγκιάς. Κάθετη στο να μη δώσω πανελλήνιες εισαγωγικές εξετάσεις (το τι στενοχώρια τραβούσε η μάνα μου δε λέγεται), το μόνο που με ψιλονοιάζει (ψιλό) είναι να έχω ένα απολυτήριο κάπως συμπαθητικό (πάνω απο 15 μέσο όρο θα ήταν αφορμή για τρικούβερτο γλέντι). Μπαίνω στην 3η δέσμη αφού δεν πολυσκάμπαζα απο μαθηματικά τότε (απο τίποτα ενδοσχολικό δεν σκάμπαζα να πω την αλήθεια, μόνο λογοτεχνία διάβαζα). Την ¨πέφτουμε¨ τελευταίο θρανίο με το boyfriend που λέγαμε και ο χαβαλές ξεκινάει. Η ματιά μου σαρώνει τη σχολική αίθουσα και ¨κολλάει¨ στα πρώτα θρανία.
Εκεί εδραιοκατοικεί με όλες της τις κασετίνες, βιβλία και τετράδια μια αφρατούλα νεαρά, με κατακόκκινα (αγιοβασιλιάτικα σχεδόν) μαγουλάκια, καφέ (τύπου τέλη ‘90’s) μυωπικά γυαλιά και με ένα πολύ αστείο γέλιο. Αν ανατρέξεις στη φωτογραφία της στο blog, βγάλεις τα στυλάτα πλέον γυαλιά και κοτσάρεις αυτά που λέω, θα καταλάβεις(ίδια ήταν και τότε). Πώς έγινε δεν το πολυκατάλαβα αλλά μια μέρα στο διάλειμμα αρχίσαμε να μιλάμε. Η Σταυρούλα είχε προετοιμάσει ήδη την ύλη, αφού πήγαινε φροντιστήριο απο την 2α λυκείου ενώ εγώ δεν ήξερα να κλίνω ούτε το ρήμα λύω (αλήθεια λέω τρομάρα μου). Αντιλαμβάνεσαι το γνωστικό χάσμα που υπήρχε μεταξύ μας.
Πίστευε πολύ όμως σε εμένα. Στενοχωριόταν που δεν πήγαινα φροντιστήριο και δεν θα έδινα. Δεν θα ξεχάσω τη μέρα που αρειμανίως προσπαθούσε να μου εξηγήσει τι είναι συντακτικά το κατηγορούμενο. Έλεγε η καλή μου –εσύ είσαι ηλίθια, ποιό είναι το ρήμα;, το ¨είσαι¨ απαντούσα, -το υποκείμενο;ξαναρωτούσε, το ¨εσύ¨ ξαναπαντούσα,-το ¨ηλίθια¨ τί είναι;-αντικείμενο απαντούσα,-είσαι πολύ ηλίθια μου αντιγύρισε και τελείωσε μια και καλή η κουβέντα. Τελικά πήγα φροντιστήριο το Νοέμβριο, έμαθα να κλίνω και το ¨λύω¨ και άπειρα άλλα ρήματα, επιτέλους καταλαβα την έννοια του κατηγορουμένου και με τη δεύτερη απόπειρα μπήκα στο αρχαιολογικό. Η Σταυρού όμως, κουράστηκε με τα διαβάσματα τόσων χρόνων και αφού επιδόθηκε σε έναν τηλεμαραθώνιο ζάπινγκ (έπαθε τενοντίτιδα απο το τηλεκοντρόλ και ισχυαλγία απο την ξάπλα), παρουσιάστηκε στις εξετάσεις για να γράψει στιχάκια και ποιήματα. Τον επόμενο Δεκέμβρη βρήκε δουλειά, εγώ διάβαζα και βγάλαμε μια χρονιά γεμάτη κρασοκατανύξεις σε ένα συγκεκριμένο ταβερνείο.
Και ήρθε η σειρά μου να την ¨σπρώξω¨ στο γκρεμό, ακριβώς όπως είχε κάνει εκείνη την προηγούμενη χρονιά για μένα. Ένας φίλος της θα έφευγε Αγγλία για σπουδές και είχε ¨ψηθεί¨ και εκείνη, αλλά φοβόταν. Να το κάνει, να αφήσει τη δουλειά της, να το μολογήσει στην οικογένειά της; Και τελικά, μεσούσης ακόμα μιας κρασοκατάνυξης, την έπεισα. Να κάνει τα χαρτιά της στα  βρετανικά πανεπιστήμια, να παραιτηθεί απο τη δουλειά της, να βγάλει εισιτήρια και λίγες μέρες πριν την αναχώρηση να το ανακοινώσει στους γονείς της, ως τετελεσμένη πραγματικότητα πλέον. Και η τρελή το έκανε (τέλος ασπρόμαυρων πλάνων). Απο εκεί και πέρα η ιστορία της σου είναι γνωστή (άνοιξε τα γκαβά σου, τα γράφει όλα στο about me σημείο στο blog).
Έκτοτε, δεν ξαναζήσαμε ποτέ στην ίδια χώρα. Περάσαμε σπουδές, έρωτες, χωρισμούς, δράματα, χαρές, κλάματα και γέλια απο μακρυά. Αλλά πάντα εκεί. Με γράμματα, δέματα (τις έστελνα τσιγάρα και σοκοφρέτες και εκείνη δωράκια και βιβλία), τηλέφωνα (η Σταυρούλα πάντα μου τηλεφωνούσε, εγώ ήμουν ανέκαθεν άφραγκη), mails και πολλή-πολλή αγάπη. Και ήρθε πάλι η ώρα. Να απλώσει το πόδι της (σαν άλλος Τιραμόλα), υπερκαλύπτοντας τα χιλιόμετρα που μας χωρίζουν, να μου χώσει τη γνωστή πλέον κλωτσιά και να με ρίξει εκ νέου στον γκρεμό. Και να πάω κοντά της. Και σαν να μη πέρασε μια μέρα απο εκείνο το Σεπτέμβρη του 1997, να ξαναβρεθούμε στην ίδια χώρα. Φυσικά με εμένα πλέον να έχω το πάνω πόδι για την επόμενη κλωτσιά.
Όσο για σένα φίλε μου, που θα βλέπεις όλη τη χρονιά το ¨Μένουμε Ελλάδα¨με τα γνωστά συμπαρομαρτούντα του (δε θα μπορείς να πληρώσεις τη δόση του σπιτιού-αμαξιού-πιστωτικής, θα κρυώνεις και θα πεινάς), σου εύχομαι να έχεις ένα φίλο, όπως εγώ έχω τη Σταυρούλα. Να στρώνετε ένα κρασάκι με δυο ελίτσες και να κρασοκατανύσσεστε.
Και ενίοτε να αλληλοπετιέστε απο το γκρεμό.

Bliss you all
A.K.
back to top